Το φθινόπωρο του Κουρτ Βαλάντερ (Den orolige mannen) του Henning Mankell (μτφ. Λ. Καλοβυρνάς), Ψυχογιός 2013
Το μυθιστόρημα «Το φθινόπωρο του Κουρτ Βαλάντερ» εκδόθηκε στη Σουηδία το 2009 και είναι το τελευταίο της σειράς με ήρωα τον Κουρτ Βαλάντερ.
Ο Χόκαν φον Ένκε είναι απόστρατος αντιπλοίαρχος του Σουηδικού Ναυτικού, με μεγάλη φήμη στους στρατιωτικούς κύκλους της χώρας. Είναι, επίσης, ο πατέρας του συντρόφου της Λίντα, της κόρης του Βαλάντερ. Κατά τη διάρκεια της γιορτής για τα 75α γενέθλια του, εκμυστηρεύεται στον Βαλάντερ κάποια άγνωστα γεγονότα από τη δεκαετία του 1980, 25 χρόνια πριν, όταν ξένα υποβρύχια είχαν εντοπιστεί στα χωρικά ύδατα της Σουηδίας. Τρεις μήνες αργότερα, συμβαίνει κάτι που σοκάρει τους πάντες: ο Χόκαν φον Ένκε εξαφανίζεται χωρίς ίχνος, ενώ έκανε τον καθημερινό του περίπατο, προκαλώντας, όπως είναι φυσικό, μεγάλη αναστάτωση τόσο στην οικογένειά του όσο και στις Αρχές.
Η εντατική αστυνομική έρευνα δεν έχει αποτελέσματα και καθώς ο καιρός περνά η υπόθεση παραμένει ανεξιχνίαστη. Όμως, ο Βαλάντερ προβληματίζεται για το αν η εξαφάνιση του «συμπέθερού» του σχετίζεται με τις αποκαλύψεις που είχε κάνει και, παρότι ταλαιπωρείται από προβλήματα υγείας που όλο και χειροτερεύουν, συνεχίζει να ασχολείται ανεπίσημα με την υπόθεση, παραμελώντας τα καθήκοντά του στην αστυνομία του Ίσταντ, και να ερευνά στοιχεία από το περιβάλλον του αγνοούμενου. Σταδιακά συνειδητοποιεί ότι οι πληροφορίες που συγκεντρώνει τον οδηγούν στο παρελθόν, στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου και στις πολύκροτες υποθέσεις παραβίασης των χωρικών υδάτων της Σουηδίας από σοβιετικά υποβρύχια, σε ιστορίες κατασκοπίας και σε υποψίες για συνωμοτικές κινήσεις αξιωματικών ενάντια στον πρωθυπουργό της χώρας. Και ενώ ο φον Ένκε αγνοείται ήδη δύο μήνες, εξαφανίζεται και η σύζυγός του, η Λουίζ…
Στο «Φθινόπωρο» βρίσκουμε βασικά χαρακτηριστικά των έργων του Μάνκελ, την ενδιαφέρουσα υπόθεση, τις κριτικές αναφορές σε κοινωνικοπολιτικά θέματα (η εξαφάνιση του φον Ένκε και το σκοτεινό παρελθόν του κατά τον Ψυχρό Πόλεμο) και τους «ζωντανούς» χαρακτήρες (ανάμεσα τους και κάποιοι που έχουν σημαδέψει τη ζωή του ήρωα). Εδώ, όμως, ο συγγραφέας φαίνεται να εστιάζει το ενδιαφέρον του όχι μόνο στο «μυστήριο» και την προσπάθεια για την εξιχνίαση της εξαφάνισης αλλά, κυρίως, στη διαδικασία αποδόμησης του χαρακτήρα του Βαλάντερ. Περιγράφει, έτσι, δεξιοτεχνικά την επιδείνωση των προβλημάτων υγείας του ήρωα, που βρίσκεται στο φθινόπωρο της ζωής του, και τα συναισθήματά του απέναντι στο παρελθόν που τον στοιχειώνει αλλά και στο αβέβαιο μέλλον.
Στο βιβλίο, ο Μάνκελ ασχολείται με τις σχέσεις της Σουηδίας με τις δύο υπερδυνάμεις κατά τα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου. Η πρόθεσή του γίνεται φανερή ήδη από την αρχή του προλόγου, όταν περιγράφεται το «αναπάντεχο ξέσπασμα θυμού» του πρωθυπουργού Ούλοφ Πάλμε, με αφορμή την έκθεση της εξεταστικής επιτροπής για τα «καταραμένα υποβρύχια» (σ. 11-12) που είχαν εντοπιστεί στα σουηδικά χωρικά ύδατα το 1982 και το 1983 (βλ. παρακάτω). Αυτές οι παραβιάσεις, τις οποίες ο Μάνκελ θεωρούσε ως ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα στην πολιτική ιστορία της Σουηδίας, αποτελούν τη βάση της πλοκής. Προτού αναφερθούμε στο θέμα των υποβρυχίων, θα πρέπει να θυμίσουμε ότι κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, η Σουηδία ακολούθησε επίσημα μια αυστηρή πολιτική ουδετερότητας. Παράλληλα, όμως, διατηρούσε με άκρα μυστικότητα μέχρι και τη δεκαετία του 1960 στενές σχέσεις με τη Δύση και ιδιαίτερα με τις ΗΠΑ, αλλά και με τη Νορβηγία και τη Δανία, γειτονικές της χώρες και μέλη του ΝΑΤΟ, για συνεργασία σε περίπτωση πολέμου. Οι σχέσεις αυτές ατονούν με την νέα «ενεργή εξωτερική πολιτική» που ακολουθείται κυρίως από το 1969, όταν αναλαμβάνει για πρώτη φορά πρωθυπουργός ο Πάλμε, μια πολιτική που χαρακτηρίζεται από έντονη παρέμβαση σε διεθνή θέματα (και ιδιαίτερα σε αυτά που σχετίζονται με τον «Τρίτο Κόσμο») και έρχεται συχνά σε αντίθεση με τις θέσεις των ΗΠΑ, κυρίως όσον αφορά στην καταδίκη του πυρηνικού εξοπλισμού και των δικτατορικών καθεστώτων σε διάφορες χώρες.
Στις ψυχροπολεμικές συνθήκες και με δεδομένη τη γεωγραφική θέση της Σουηδίας στην έξοδο της Βαλτικής θάλασσας, καταγράφονται, ήδη από το 1962, παραβιάσεις των σουηδικών χωρικών υδάτων από ξένα υποβρύχια, οι οποίες προκαλούν διεθνές ενδιαφέρον. Αρκετά από αυτά τα περιστατικά ήταν ανεπιβεβαίωτα, ενώ άλλα ήταν σοβαρά και είχαν ως αποτέλεσμα την εμπλοκή του σουηδικού ναυτικού και τη χρήση ανθυποβρυχιακών όπλων. Από αυτά αναφέρουμε τα δύο σημαντικότερα για την περίοδο που μας ενδιαφέρει.
Στις 27 Οκτωβρίου 1981, επί συντηρητικής κυβέρνησης συνασπισμού στη Σουηδία, το σοβιετικό υποβρύχιο U137 προσάραξε κοντά στη ναυτική βάση της Κάρσλκρουνα και «συνελήφθη» από τις σουηδικές στρατιωτικές δυνάμεις, οι οποίες τέθηκαν σε συναγερμό με την υποψία ότι η Σοβιετική Ένωση θα προσπαθούσε να το ανακτήσει. Τελικά, οι Σουηδοί το οδήγησαν στα διεθνή ύδατα και το παρέδωσαν με το πλήρωμά του στο σοβιετικό ναυτικό. Τις πρώτες ημέρες του Οκτωβρίου 1982, κατά την αρχή της δεύτερης πρωθυπουργίας του Πάλμε, σημειώθηκε ένα ιδιαίτερα σοβαρό επεισόδιο, όταν σε μία στενά επιτηρούμενη και ναρκοθετημένη περιοχή κοντά στη Στοκχόλμη υπήρξαν ενδείξεις για την παρουσία ενός άγνωστου υποβρυχίου, το οποίο προσπάθησαν να εντοπίσουν και να βυθίσουν οι Σουηδοί χωρίς αποτέλεσμα. Το συμβάν είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία εξεταστικής επιτροπής η οποία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το υποβρύχιο ήταν σοβιετικό, κλιμακώνοντας την ένταση με τη Μόσχα. Μεταγενέστερες έρευνες αμφισβήτησαν τα συμπεράσματα της επιτροπής, θεωρώντας ότι οι ηχητικές ενδείξεις μπορεί να προέρχονταν από εμπορικό πλοίο ή, κατ’ άλλους, από υποβρύχιο του ΝΑΤΟ.
Την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1983 αναφέρθηκαν άλλα τέσσερα περιστατικά παρουσίας υποβρυχίων, από τα οποία μόνο το ένα επιβεβαιώθηκε. Ανάλογα γεγονότα σημειώθηκαν και τα επόμενα χρόνια αλλά και μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου (το πιο πρόσφατο, το 2014).
Όμως, οι αναφορές του Μάνκελ στην ψυχροπολεμική περίοδο δεν περιορίζονται στο θέμα των υποβρυχίων. Αν και το μυθιστόρημα δεν έχει άμεση σχέση με την υπόθεση Πάλμε, είναι φανερή η επίδραση της δολοφονίας, της στάσης κάποιων στρατιωτικών κύκλων απέναντι στον τότε πρωθυπουργό και της αποτυχίας των αρχών να βρουν τον δράστη. Στον πρόλογο υπάρχουν, επίσης, αναφορές σε άλλα πρόσωπα που είχαν παίξει σημαντικό ρόλο στην πολιτική σκηνή της Σουηδίας. O Στιγκ Βένεστρεμ (Stig Erik Constans Wennerström) ήταν αξιωματικός της Πολεμικής Αεροπορίας που συνελήφθη το 1963 με την κατηγόρια της κατασκοπίας για τη Σοβιετική Ένωση και το 1964 καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη, για να αποφυλακιστεί τελικά δέκα χρόνια αργότερα. Η υπόθεση φαίνεται να είχε καταλάβει εξαπίνης τον Τάγκε Ερλάντερ (Tage Fritjof Erlander), αρχηγό του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος και «μακροβιότερο» πρωθυπουργό της χώρας επί 23 συνεχόμενα χρόνια (1946-1969), γεγονός που αποδίδεται από τον συγγραφέα στην έλλειψη έγκαιρης ενημέρωσής του από τον Σβεν Άντερσον (Sven Olof Morgan Andersson), υπουργό Άμυνας από το 1957 έως το 1973, και κατόπιν υπουργό Εξωτερικών. Ο Άντερσον ήταν επικεφαλής της εξεταστικής επιτροπής για το περιστατικό με τα υποβρύχια του 1982, και η σχετική έκθεσή του, με «ισχυρισμούς, υπαινιγμούς και μισόλογα […] που δεν εξηγεί τίποτα απολύτως» [σ. 14) ήταν αυτή που έκανε «έξω φρενών» τον Πάλμε το 1987 (σ. 12) στον πρόλογο του βιβλίου.
Με αφορμή την εξαφάνιση του φον Ένκε, ο Βαλάντερ έρχεται αντιμέτωπος με τη στάση της Σουηδίας κατά τον Ψυχρό Πόλεμο και αναγκάζεται να αμφισβητήσει τις απόψεις του για τον ρόλο της Δύσης και της Ανατολής. Ο Μάνκελ ασχολείται και πάλι με την πρόσφατη ιστορία της χώρας του, με θέματα ευθύνης και ηθικής, δικαιοσύνης και δημοκρατίας, και υπογραμμίζει ότι «αυτή είναι μια ιστορία για την πραγματικότητα της πολιτικής, ένα ταξίδι στο βούρκο, όπου ούτε η αλήθεια ούτε το ψέμα είναι ευδιάκριτα και τίποτα δεν είναι ξεκάθαρο» (σ. 15).
Το «Φθινόπωρο του Κουρτ Βαλάντερ», το τελευταίο αστυνομικό μυθιστόρημα του συγγραφέα, κατέχει μία ιδιαίτερη θέση όχι μόνο στο σύμπαν του Μάνκελ αλλά και γενικότερα στη σκανδιναβική αστυνομική λογοτεχνία, αφού αποτελεί το κύκνειο άσμα για τον πιο διάσημο πρωταγωνιστικό χαρακτήρα της.